Tag Archives: sex

No strings attached

30 Aug

Αν είστε φαν της σειράς “Spartacus” ή μιας κάποιας ταινίας από τις αναρίθμητες εκείνες που πραγματεύονται ρωμαϊκά ενσταντανέ θα έχετε ήδη προσέξει εκείνο το εξάρτημα που ντύνει (τόσο όσο) τα ανδρικά κορμιά και αποτελείται από ένα κομματάκι ύφασμα τυλιγμένο γύρω από τα επίμαχα σημεία.

Το συγκεκριμένο αξεσουάρ είναι, βέβαια, ένα από τα παλιότερα είδη ρουχισμού και, μάλιστα, αποκλειστικά ανδρικής ένδυσης. Ο ρόλος αυτού του αρχαίου στρινγκ ήταν όχι μόνο να καλύπτει αλλά και να προστατεύει τα ανδρικά γεννητικά όργανα και να τα κρατάει στη θέση τους ώστε να μην αποσπούν την προσοχή ούτε του ιδιοκτήτη τους ούτε και των γύρω του! Από τις φυλές που της υπό Σαχάριας Αφρικής μέχρι τη Νότια Αφρική και την Ιαπωνία το περίζωμα ήταν ανδρικό trend για αιώνες και αιώνες.

Το 1874 ένας πρόγονος του στρινγκ, το σπασουάρ, δημιουργήθηκε -ξανά για να καλύψει αποκλειστικά ανδρικές ανάγκες- στο Σικάγο από την εταιρία αθλητικών ειδών Sharp & Smith.

Η πρώτη ιστορική αναφορά του στρινγκ βρίσκεται στο μακρινό 1939 όταν ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης πρόσταξε τις -σχεδόν- γυμνές χορεύτριες να ενδύονται ευπρεπέστερα. Η ευρεσιτεχνία των Jackues Heim και Louis Reard, το περίφημο μπικίνι, κυκλοφόρησε το 1946 αλλά ο σχεδιαστής μόδας Rudi Gernreich στα μέσα των 60’s ξεφορτώθηκε το σουτιέν του μπικίνι και λάνσαρε το μονοκίνι και με κυλοτάκι σε στρινγκ εκδοχή. Οι παραλίες της Βραζιλίας ήταν οι πρώτες που πλημμύρισαν με στρινγκ και μέχρι τα 90’s το σέξι μαγιό/ εσώρουχο είχε καταφέρει να κερδίσει και τις καρδιές (και τους πισινούς) των Αμερικάνων και των Ευρωπαίων.

extra info: Η προέλευση του όρου στρινγκ είναι πολύ παλιά. Από το 19ο αιώνα ακόμα με τη λέξη αυτή περιγραφόταν το υφασμάτινο ή δερμάτινο περίζωμα των γηγενών Αμερικανών και προκύπτει, το πιθανότερο, από το κόψιμο ολόκληρου του όρου g-string όπου το g στέκει ως αρχικό του groin (που σημαίνει βουβώνας), λέξη ταμπού για πολλά χρόνια.

Στην φωτογραφία το θρυλικό pin up girl Bettie Page με ένα πολύ σεμνό μικροσκοπικό κυλοτάκι, πρόγονο των g-strings.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο queen.gr.

xxx(mas)

19 Dec

Περπατούσα σήμερα, που λέτε, στην Ερμού. Περπατούσα που λέει ο λόγος γιατί η λαοθάλασσα είχε κινητικότητα όμοια με εκείνη που καταφέρνουν τα λιμνάζοντα ύδατα. Σέρνονταν όλοι μαζί οι άνθρωποι που είχαν κατηφορίσει για τα τελευταία ψώνια τους στο κέντρο της πόλης και παρατήρησα πως ήταν ανέκφραστοι. Κάπως σαν την οργή και την αηδία των τελευταίων (πολλών) ημερών να τις είχαν σβήσει η αισιοδοξία που για κάποιο παράξενο λόγο κουβαλάει μαζί της η νέα χρονιά και το πνεύμα των Χριστουγέννων που όλο και από κάποιο αναμμένο λαμπιόνι ξεπηδάει και έρχεται και σου κάθεται στην καρκάλα ακόμα και αν δεν το θέλεις. Πάντως δε χαμογελούσαν και δεν έμοιαζαν ανέμελοι όπως άλλες χρονιές. Σαν να τους σταματούσαν οι τύψεις. Μη χαμογελάσω παραπάνω από όσο αναλογεί στην κατάσταση, σαν να σκέφτονταν. Μπορεί να ήταν και ιδέα μου, ποιος ξέρει. Πάντως, αυτό που σκεφτόμουν σήμερα καθώς έκανα μια προσπάθεια να διασχίσω κάθετα τη λαοθάλασσα ήταν α. στις δικές τους γειτονιές μαγαζιά δεν έχουν; και β. φέτος τα Χριστούγεννα εις την αγγλικήν, Xmas δηλαδή, τιμούν διπλά το X τους αφού η κατάσταση στην Ελλάδα είναι άγριο σεξ, σαν αυτό που γίνεται στα ΧΧΧ ξενοδοχεία.

Και του χρόνου.

Southerns do it better (?)

23 Jun

.

αυτό, απλώς

Sex & The (Mundial) City

22 Jun

Είδα, που λέτε, αυτή τη διαφήμιση που συνοψίζει την κατάσταση των άμπαλων (μα τι λέξη) γυναικών την περίοδο του World Cup (aka Mundial), θυμήθηκα και τη διαφήμιση που είχαν φτιάξει οι αγαπημένοι Mad Men ένα κομματάκι που είχα γράψει πριν από χρόνια για τους φίλους μας τους δονητές.



Ο πυρετός ήταν στις αρχές του 19ου αιώνα η πιο συνήθης διαγνωσμένη ασθένεια. Στο αμέσως χαμηλότερο βάθρο φιγουράριζε μια κατεξοχήν γυναικεία πάθηση: η υστερία. Και εγένετο φάρμακο για την καταπολέμησή της. Ο γνωστός- και αγαπητός σε όλους- δονητής.

Στην αρχή, και για εκατοντάδες χρόνια, υπήρχαν οι μαίες. Γυναίκες αποκλειστικά. Φρόντιζαν για τα πάντα και κρατούσαν στα χέρια τους -κυριολεκτικά και μεταφορικά- το γυναικείο σώμα. Σεξουαλικά, γυναικολογικά, αναπαραγωγικά θέματα και ο, τι αφορούσε στο θηλυκό σώμα ήταν δική τους υπόθεση και ευθύνη. Κάτι η ανάπτυξη του καπιταλισμού, κάτι η ανδρική επιβολή και η ανδροκρατούμενη κοινωνία μαζί με την εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης, οδήγησαν στην κατάρριψη ορισμένων ταμπού και οι άνδρες επιστήμονες πήραν τον δρόμο που οδηγούσε στην γυναικεία σεξουαλικότητα. Οι μαμές παραμερίστηκαν και ο έλεγχος περιήλθε στους επαΐοντες (άνδρες) ιατρούς. Εντάξει, τους πήρε μερικούς αιώνες ακόμα να το διανύσουν το μονοπάτι αλλά, τουλάχιστον, είχε γίνει η αρχή. Το πόσο λανθασμένες ήταν αρχικά οι ιδέες τους και πόσο ελλιπείς οι γνώσεις της ανθρωπότητας όσον αφορά το γυναικείο σώμα μπορεί να περιγραφεί με πολύ λίγα λόγια.

Τον 19ο αιώνα, λοιπόν, επικρατούσε η άποψη πως οι γυναίκες δεν μπορούν να βιώσουν την σεξουαλική κορύφωση (οργασμό) άνευ διείσδυσης. Με τέτοιες αντιλήψεις δεν είναι να απορεί κανείς γιατί οι περισσότερες μεσοαστές κυρίες είχαν παντελώς ανεπαρκή σεξουαλική ζωή, δεν βίωναν σεξουαλική ικανοποίηση και όλο αυτό είχε ως αποτέλεσμα μυριάδες συμπτώματα τα οποία ονομάζονταν «υστερία».

Η υστερία –ως πάθηση- χρονολογείται από τον 5ο αι. π.Χ. Τα συμπτώματά της ήταν τόσο άφθονα που επέτρεπαν την εν λόγω διάγνωση σχεδόν για κάθε περίπτωση: νευρικότητα, κατάθλιψη, ακόρεστη σεξουαλική επιθυμία, εντελής έλλειψη σεξουαλικής επιθυμίας, μυϊκοί σπασμοί, κατακράτηση υγρών, ανορεξία, ζαλάδες, αυνανισμός, αϋπνία, έλλειψη κολπικών υγρών, μονομανία, υπερκινητικότητα, ατονία, αυξομειώσεις βάρους, κ.α. πολλά. Οι γυναίκες που έπασχαν αγνοούσαν την σεξουαλική ηδονή. Αναγκαστικά. Και αντιδρούσαν. Φυσιολογικά. Με την πεποίθηση, λοιπόν, πως πυρήνας του γυναικείου σώματος είναι η μήτρα και πως αυτή είναι υπαίτιος για τις περισσότερες γυναικείες ασθένειες, η υστερία, έγινε η δεύτερη πιο διαγνωσμένη πάθηση μετά τον πυρετό και οι επιστήμονες βαυκαλίζονταν πως μοναδική λύση είναι η τεχνητή διείσδυση για την επίτευξη της σεξουαλικής ικανοποίησης. Η τεχνητή (έστω) διείσδυση θα οδηγούσε σε οργασμό, ο οργασμός θα θεράπευε την πάθηση και ο κόσμος θα ηρεμούσε. Αποφάσισαν να κάνουν τα πάντα για να βρουν την λύση και να απαλλαγούν δια παντός από την διαδεδομένη -και ιδιαζόντως κουραστική- ασθένεια της εποχής.

Πιστοί στο επιστημονικό τους έργο καταπιάστηκαν με τις πιο παράδοξες ιδέες και τεχνικές. Δονούμενα τραπέζια με παροχή αέρα, υδροκίνητα ντους, κι άλλα δονούμενα τραπέζια, με βενζίνη αυτή τη φορά, τρανταζόμενες καρέκλες, ταλαντευόμενα καθίσματα και άλλα παράξενα και τρομακτικά αντικείμενα παρέλαυναν από τα ιατρεία στην προσπάθεια να βρεθεί μια λύση επιτέλους. Το να προσπαθήσουν οι άνδρες γυναικολόγοι να ερεθίσουν την κλειτορίδα δεν περνούσε ούτε κατά διάνοια από το νου τους αφού, την εποχή εκείνη, το συγκεκριμένο όργανο του γυναικείου σώματος θεωρείτο ασήμαντο, άχρηστο και αμελητέο. Φυσικά τα πράγματα ήταν -καθώς όλοι γνωρίζουμε (ελπίζω)- λιγάκι πιο σύνθετα και περίπλοκα, αλλά, η λανθασμένη αυτή άποψη ήταν ένα καλό έναυσμα για να φτάσουν στην δημιουργία του πρώτου δονητή.

Εργαλείο ιατρικό, λοιπόν, μια εφεύρεση η οποία δημιουργήθηκε με σκοπό την επίλυση προβλημάτων ιατρικής φύσεως και με στόχο να κάνει τον κόσμο μας πιο γαλήνιο. Καταρρίφθηκαν και οι τελευταίες ενοχές σας τώρα που μάθατε πως ξεκίνησε την ζωή του ένα από τα πιο χρήσιμα gadgets της ιστορίας; Ευτυχώς, στα χρόνια που ακολούθησαν από την ανακάλυψή του, διαδόθηκε, εξελίχθηκε και χρησιμοποιήθηκε ποικιλοτρόπως, με παρέα ή όχι, για fun & pleasure ή για να βοηθήσει στην εξέλιξη της ιατρικής…


Αλλά στην αρχή η ποικιλία δεν ήταν δεδομένη, ούτε η διασκέδαση αποτελούσε μια πτυχή της νέας αυτής ανακάλυψης. Από το 1869 που δημιουργήθηκε ο πρώτος δονητής και μέχρι το 1900 η χρήση ήταν αποκλειστικά ιατρική. Ο dr George Taylor πατεντάρισε την πρώτη ατμοκίνητη συσκευή η οποία ήταν αρκετά ακριβή  στην υλοποίησή της, περίπλοκη στην χρήση, δυσκίνητη και απευθυνόταν κυρίως σε ινστιτούτα spa και επιστήμονες ιατρούς.

Το 1880 ο Βρετανός Joseph Mortimer Granville έφερε στο προσκήνιο μια νέα ευρεσιτεχνία. Η δική του συσκευή λειτουργούσε με μπαταρίες, η παραγωγή της στοίχιζε πολύ λιγότερο και ήταν πολύ πιο εύχρηστη. Μέχρι το 1900 πάνω από μια ντουζίνα κατασκευαστές ασχολήθηκαν με την παραγωγή δονητών εκμεταλλευόμενοι την ευρεία χρήση του ηλεκτρισμού. Φυσικά μόνο οι γυναίκες της αστικής τάξης είχαν την οικονομική δυνατότητα να απολαμβάνουν τα νέα θεραπευτικά μέσα στα ιατρικά εργαστήρια. Στόχος ήταν «ο ερεθισμός των γυναικείων οργάνων μέχρι να επιτευχθεί ο ζητούμενος παροξυσμός» σύμφωνα με ιατρικά συγγράματα της εποχής.

Με την άφιξη του 20ου αιώνα και του ηλεκτρισμού, όμως, οι χειροκίνητες συσκευές –παντός είδους– αντικαταστάθηκαν με ηλεκτροδοτούμενες. Πρώτα η ραπτομηχανή, ο ανεμιστήρας, οι τσαγιέρες, οι τοστιέρες και έπειτα…Ο δονητής ξεκίνησε την επική πορεία του στον δρόμο του εμπορίου. Στοίχιζε από 15$ μέχρι και 200$ (ο επονομαζόμενος Chattanooga, aka η Κάντιλακ των δονητών). Όσο περνούσαν τα χρόνια οι δονητές γίνονταν όλο και μικρότεροι και αποκτούσαν παγκόσμια φήμη και απήχηση ως αντικείμενα προορισμένα να προσφέρουν ηδονή και ουχί θεραπεία. Και για να είμεθα σαφέστεροι, έγιναν αντικείμενα τέχνης, καθημερινής χρήσης, αναγκαία και απαραίτητα κι άρχισαν να χαίρουν εκτίμησης από τον κόσμο ολόκληρο.

Στην αρχή της εμπορικής πορείας τους, όμως, προωθούνταν ως «ηλεκτρικές οικιακές συσκευές» σε περιοδικά για το σπίτι όπως το Modern Woman και Woman’s Home Companion. «Ανακουφίζει από τον πόνο. Θεραπεύει τις ασθένειες», «Δημιουργημένο από την γυναίκα που ξέρει τις ανάγκες της γυναίκας» (τω όντι) ήταν μερικά από τα μότο που συνόδευαν τις διαφημιστικές καταχωρήσεις.

Το 1906 η Αμερικάνικη Εταιρεία Δονητών κυκλοφορούσε το εξής flyer: «Ο Δονητής μας μπορεί να χρησιμοποιηθεί άνευ βοήθειας, στην κρεβατοκάμαρα ή το boudoir και να εφοδιάσει κάθε γυναίκα με την αίσθηση της αέναης νιότης». Κι όλα αυτά στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, την δεκαετία του 1910 και 1920. Φυσικά χωρίς φωτογραφίες. Αλλά με την δυνατότητα ταχυδρομικής παραγγελίας!

Κάπου στα μέσα των 20’s οι δονητές ξεκίνησαν τις πρώτες τους εμφανίσεις σε ερωτικές φωτογραφίες και ταινίες και έχασαν σιγά σιγά την αξιοσέβαστη ιδιότητά τους. ενοχοποιήθηκαν, κρύφτηκαν. Την δεκαετία του 50 τα γυναικεία περιοδικά δημοσίευαν και πάλι διαφημίσεις αλλά τους αποκαλούσαν κατ’ ευφημισμό «μηχανήματα για μασάζ» και τους προσέδιδαν άλλου τύπου ιδιότητες, όπως, π.χ. χρήσιμους για χάσιμο βάρους. Στις αρχές της δεκαετίας του 60 αναφέρονταν ως «αντικείμενα ομορφιάς», η συζήτηση για το σεξ άρχισε να γίνεται πιο ανοιχτή, έφτασε η σεξουαλική επανάσταση και απελευθέρωση και βρήκαν τον δρόμο τους ως «σεξουαλικά αντικείμενα» ή «βοηθήματα» επιτέλους προς το τέλος της και στην αυγή των 70’s.

Το 1976 εμφανίστηκε η πρώτη έκδοση στα ράφια των βιβλιοπωλείων με θέμα τους δονητές. Το βιβλίο της Joani Blank «Good Vibrations: The Complete Guide To Vibrators»έγινε ανάρπαστο και η ίδια άνοιξε το πρώτο μαγαζί αποκλειστικά με δονητές στην Καλιφόρνια, εγκαινιάζοντας μια ακόμα επανάσταση. Αυτή των δονητών. Για πολύ καιρό εξακολούθησαν να διαφημίζονται στις πίσω σελίδες των γυναικείων περιοδικών αλλά στοχεύοντας στον αισθησιασμό και την σεξουαλικότητα, χωρίς περιτροπές. Δεκάδες (εκατοντάδες) σχήματα, μεγέθη, χρώματα και αρώματα, σήμερα, είναι αδύνατο να τους καταμετρήσεις, είναι δύσκολο ακόμα και να τους κατηγοριοποιήσεις σε υποσύνολα. Για να μην επεκταθούμε σε dildo και strap-on, εξίσου διαδεδομένα και απαραίτητα. Περίπου τόσοι πολλοί πέρασαν από την ιστορία ώσπου να φτάσουμε στο τώρα. Μόνο που σήμερα όλοι ξέρουμε την ακριβή τους χρήση. Κι αν όχι, στο διπλανό fancy ή παρακμιακό κατάστημα μπορούμε να προμηθευτούμε έναν, δύο ή ένα ολόκληρο σετ από αυτούς και να τους μελετήσουμε. Όλο και κάποιος θα ταιριάζει στην περίσταση.

Όλα εξαρτώνται από τον ηλεκτρισμό! Κάθε δονητής λειτουργεί με ένα μοτεράκι, και το μοτέρ αυτό χρειάζεται ενέργεια για να λειτουργήσει. Κι εδώ έχουμε δύο επιλογές: μπαταρία ή πρίζα; οι δεύτεροι είναι μεν πιο ισχυροί και χαρίζουν πιο έντονες συγκινήσεις αλλά το καλώδιο τους κάνει κάπως δύσχρηστους, ειδικά αν δεν τους χρησιμοποιείτε μόνοι σας αλλά με παρέα. Που να μπλέκεσαι σε καλώδια και να κινδυνεύεις από ηλεκτροπληξία. Άσε που χρειάζεται και πρίζα άρα αντενδείκνυται και για outdoor χρήση. Οι κίνδυνοι διευκρινίστηκαν, κατά τα άλλα, περί ορέξεως κολοκυθόπιτα…Όσον αφορά στους πρώτους, με την απλοποιημένη χρήση με μπαταρίες, εφιστούμε την προσοχή μας στην τοποθέτησή τους. Κρίμα να χαλάσει το παιχνίδι και μαζί και το δικό μας παιχνίδι.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Large τον Φεβρουάριο του 2004 από τη Μυρόεσσα Μεταξά.

Mad About The Men

21 Jun

Ταραραραραρα! (τυμπανοκρουσίες)

Ούτε ένας μήνας δεν έμεινε ώσπου να κατέβει το torrent του νέου κύκλου Mad Men.  Σας φιλεύω, λοιπόν, με ένα κειμενάκι (εντάξει, είναι κάπως μεγάλο) για την εξαιρετική (στιλιστικά, σεναριακά, υποκριτικά, φωτογραφικά και μπλα μπλα μπλα) σειρά του AMC που ξεκινά στα μέσα Ιουλίου.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό GK της Καθημερινής τον Φεβρουάριο του 2009, από τη Μυρόεσσα Μεταξά.

* Μad Men = Madison Avenue Men, παρατσούκλι –και λογοπαίγνιο- που οι τρελοί άνδρες/ διαφημιστές της Νέας Υόρκης δημιούργησαν για τους μεσουρανούντες εαυτούς τους στα τέλη της δεκαετίας του 50.

Σε μια glamorous Νέα Υόρκη τυλιγμένη σε δαχτυλίδια καπνού, κάπου νωρίς στα 60’s, στο Village και την σε χρώμα τσιχλόφουσκας suburbia παραδίδονται μαθήματα ιστορίας και στιλ.

Με χρονομηχανή την εικαστικά άψογη τηλεοπτική σειρά «Mad Men» ένα μεθυστικό ταξίδι, με προορισμό μισό αιώνα πριν, ξεκίνησε το 2007. Ο Matthew Weiner, δημιουργός και παραγωγός της, μετέτρεψε τον κόσμο της διαφήμισης στις αρχές των 60’s στο πιο έξυπνο τηλεοπτικό προϊόν των τελευταίων δύο σεζόν. Σέξι, στιλιζαρισμένο και ιδιαίτερα προκλητικό -παντοιοτρόπως- το πολυβραβευμένο σίριαλ παρακολουθεί τις ζωές των ανηλεών και ιδιαζόντως ανταγωνιστικών στελεχών της φανταστικής διαφημιστικής φίρμας Sterling Cooper της Madison Avenue. Έναν μικρόκοσμο όπου οι πωλήσεις μετατρέπονται σε τέχνη και ο αριβισμός προηγείται των συναισθημάτων. Πρωταγωνιστές οι γυρολόγοι πολυτελείας, άλλως γνωστοί και ως διαφημιστές. Ανάλογης φήμης, δόξας και αίγλης (και πλούτου) με τους ροκ σταρ του σήμερα, τους χρηματιστές των 90’s, τους χολιγουντιανούς αστέρες ανέκαθεν και στο διηνεκές. Σκηνικό η Νέα Υόρκη στα τέλη της δεκαετίας του 50 και τις αρχές των 60’s. Περιτύλιγμα τα αυστηρά κοστούμια, τα μονόκουμπα σακάκια, τα κολλαριστά πουκάμισα, οι στενές γραβάτες, τα αρχιτεκτονικά περίπλοκα γυναικεία εσώρουχα, τα μπλέιζερ, τα φουρό, τα κρινολίνα, οι ρεπούμπλικες, οι σκελετοί γυαλιών από ταρταρούγα και η άφθονη μπριγιαντίνη. Ατάκες πνευματώδεις, έξυπνες, «ενήλικες», συχνά τόσο αιχμηρές που κόβουν σαν μαχαίρι τον πηχτό αέρα των meeting rooms. Μαθήματα κοινωνιολογίας, πολιτικής και ιστορίας. Ένα σαφές σχόλιο στην ανθρώπινη φύση. Ένας εθισμός από τον οποίο δε μπορούμε (και δε θέλουμε) να ξεκολλήσουμε.

And so the story goes

Ο τελειομανής Mathew Weiner ήταν ήδη γνωστός από τους «Sopranos» του HBO, του διάσημου για τις επιτυχημένες σειρές του αμερικάνικου καναλιού. Εκείνη την πόρτα χτύπησε αρχικά. Η ιδέα του, όμως, πέρασε παγερά αδιάφορη στα μεγαλοστελέχη του τηλεοπτικού δικτύου που την απέρριψαν κλωτσώντας το αριστούργημα που τις δύο τελευταίες σεζόν σαρώνει τις Χρυσές Σφαίρες, τα Emmy και ένα σωρό ακόμα τηλεοπτικά βραβεία. Την ίδια αντιμετώπιση είχε και από τον κολοσσό Showtime. Το μικρότερο και εκτός παιχνιδιού μέχρι τότε AMC το βρήκε, ευτυχώς για όλους, μια καλή αφορμή για να κάνει το παρθενικό του μακροβούτι στις τηλεοπτικές σειρές. Μια σειρά με προϋπολογισμό 2,3 εκατομμύρια δολάρια ανά επεισόδιο -όταν για αντίστοιχες παραγωγές ξοδεύονται κατά μέσο όρο 2,8- είναι πράγματι προϊόν σε τιμή ευκαιρίας. Όμως το χαμηλό, σχετικά, κόστος δεν αφαιρεί ούτε απειροελάχιστο ψήγμα αρτιότητας. Αν ακόμα δεν έχετε περιπλανηθεί στα torrents αναζητώντας τις 26 ώρες στις οποίες εκτυλίσσεται μέχρι στιγμής η ιστορία, πιστέψτε μας, χάνετε. Ρετρό ατμόσφαιρα παρόμοια με εκείνη της ταινίας «Goodnight and Good Luck» του George Clooney, με background τις διαφημιστικές φίρμες της νεοϋορκέζικης Madison Avenue (αντί των τηλεοπτικών στούντιο όπου διαμειβόταν η ιστορία της ταινίας). Πιστότατη απεικόνιση της αμερικάνικης κοινωνίας –και, φυσικά, της αισθητικής- των 60’s. Τσιγάρα κολλημένα στα δάχτυλα και τα χείλη των πρωταγωνιστών, δωμάτια κρυμμένα μέσα στην άχλη του καπνού, άφθονες ποσότητες αλκοόλης, σεξισμός, μοιχεία, αριβισμός, παιχνίδια εξουσίας, ομοφοβία, αντισημιτισμός, φυλετικές διακρίσεις. Τα θέματα με τα οποία καταπιάνεται η σειρά θίγονται ευθαρσώς υπενθυμίζοντας πόσο έχει αλλάξει η κουλτούρα μας μέσα από τα φίλτρα του πολιτισμού και τα αλλεπάλληλα στρώματα ηθικής της σύγχρονης δυτικής κοινωνίας. Μια ιστορία τοποθετημένη σε εκείνο το εντυπωσιακά αισιόδοξο και πολλά υποσχόμενο χρονικό σημείο ανάκαμψης της Αμερικής, μετά το Κραχ, τον ψυχρό πόλεμο και τον Μακαρθισμό και λίγο πριν την πολιτιστική και οικονομική ανώθηση των 60’s. Την εποχή που οι αλαζονικοί, αυτάρεσκοι, (M)Ad Men ήταν οι σούπερσταρ της εποχής, είχαν όλη τη δύναμη στα χέρια τους και ο κόσμος βρισκόταν στα πόδια τους αλλά ταυτόχρονα και στο χείλος της αλλαγής. Το Αμερικάνικο Όνειρο στην καλύτερη στιγμή του.

This is a man’s world

Δεν φταίει το θολωμένο από το αλκοόλ μυαλό τους που νιώθουν πως μπορούν (και θα) κατακτήσουν τον κόσμο. Είναι η διάχυτη αισιοδοξία πως ο κόσμος τους ανήκει, που κάνει τους (λευκούς) άνδρες εκείνη την εποχή να συμπεριφέρονται με πρωτοφανή σκληρότητα -και χωρίς συνέπειες. Η πολιτική ορθότητα παραμένει έννοια άγνωστη ακόμα. Οι γυναίκες με τα μυτερά σουτιέν, τα φουρό, την καλοχτενισμένη κώμη και τις ευπειθείς προσωπικότητες δεν είναι παρά τα φινετσάτα αξεσουάρ τους. Ψυχαγωγική παρέα με σεξουαλικές προεκτάσεις οι μεν ελεύθερες και ελευθεριότερων ηθών, μπιμπελό στα καλοβαλμένα λευκά σπίτια των προαστίων οι σύζυγοι, γραμματείς και υποτακτικές οι εργαζόμενες νεαρές. Τώρα μόλις ξεμυτίζουν από τις κουζίνες τους διεκδικώντας το κομμάτι που τους αναλογεί στο 100% ανδρικό, μέχρι τούδε, σύμπαν. Λίγο πριν την καταδίκη τους, την πολιτικώς ορθή μετάλλαξή τους, ο δημιουργός της σειράς βρίσκει απολαυστική την απεικόνιση μιας ανδρικής πραγματικότητας ολότελα διαφορετικής από τη σημερινή. Χαρακτηρίζει «πορνογραφική» την ασυδοσία με την οποία καπνίζουν και πίνουν διαρκώς όλοι, ακόμα και οι έγκυες γυναίκες. Τονίζει στο έπακρο, με διαστροφική χαρά, όλα εκείνα που πια ανήκουν μονάχα στη λήθη του παρελθόντος. Υπενθυμίζει πώς κάποτε δόθηκαν αγώνες για να επιτευχθούν όλα όσα σήμερα θεωρούνται αυτονόητα. Ο σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα, η ανομία της σεξουαλικής παρενόχλησης ή των φυλετικών διακρίσεων δεν υπήρχαν by default στη δυτική κοινωνία.

Mad Men VS Ad Men

Οι αντιδράσεις δεν ήταν μόνο θετικές απέναντι στην απεικόνιση της εποχής στη σειρά που το Αμερικάνικο Ινστιτούτο Κινηματογράφου (AFI) επέλεξε ως μία από τις 10 καλύτερες για το 2007 και οι τηλεκριτικοί ασπάστηκαν ως ένα από τα κορυφαία αριστουργήματα των τηλεοπτικών στούντιο. Ο θρυλικός George Lois, art director και συνιδρυτής της διαβόητης Papert Koening Lois τη δεκαετία του 60 -που τα εξώφυλλά του για το Esquire έχουν φιγουράρει στους τοίχους του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης- τρελαίνεται όταν ακούει για τους Τρελούς Άνδρες. Σε πρόσφατο τεύχος του New York Times Magazine λέει «Όταν σκέφτεται κανείς τα 60’s, έχει στο μυαλό του ανθρώπους σαν και εμένα που άλλαξαν την διαφήμιση και το design. Η δημιουργική επανάσταση ήταν αυτό που χαρακτήριζε την εποχή. Αυτή η εκπομπή δίνει την εντύπωση πως ο κόσμος της διαφήμισης περιστρεφόταν γύρω από ένα Martini και επαγγελματικά γεύματα. Στην πραγματικότητα …δουλεύαμε αμέτρητες ώρες. Δεν κοιμόμασταν με τις γραμματείς μας. Η ελληνική καταγωγή μου δε με εμπόδισε να πετύχω, ούτε εμένα, ούτε και μερικούς από τους σημαντικότερους συνεργάτες μου που ήταν Ιταλοί, Έλληνες και Εβραίοι». Ο William Bernbach, ένας από τους σημαντικότερους διαφημιστές και δημιουργός μερικών από τις διασημότερες καμπάνιες της εποχής για τον σκαραβαίο της Wolksvagen που συχνά γίνονται αντικείμενο θαυμασμού των πρωταγωνιστών της σειράς ήταν Εβραίος. Ο γιος του, έφηβος τότε, και πρόεδρος της διαφημιστικής φίρμας που ίδρυσε στα 60’s ο πατέρας του δεν τον θυμάται να διασκεδάζει, να πίνει ασταμάτητα, να περιφέρεται με στάρλετ γύρω του και να επινοεί τα μότο του καθισμένος σε έναν καναπέ, σε κάποιο μεγαλοπρεπές γραφείο. Ο Allen Rosenshine επικεφαλής της BBDO θεωρεί τη σειρά αποκύημα της φαντασίας. «Αν τολμούσε να μιλήσει κανείς στις γυναίκες όπως αυτοί οι ανόητοι θα είχε απολυθεί αμέσως» υποστηρίζει. Οι μνήμες του Jerry Della Femina που δούλευε την περίοδο εκείνη σαν copywriter και αργότερα ίδρυσε τη δική του φίρμα, από την άλλη, ταυτίζονται απόλυτα με τις εικόνες στο γυαλί. «Αντικατοπτρίζει με ακρίβεια το κλίμα της εποχής. Το κάπνισμα, οι προκαταλήψεις, η μισαλλοδοξία». Και ο Robert Levinson, επικεφαλής κάποτε της BBDO και σύμβουλος της σειράς συμφωνεί απόλυτα μαζί του.

Style Icon

Αν το Sex & The City κατάφερε να παρασύρει το γυναικείο πληθυσμό όχι μόνο σε trivia προβληματισμούς περί σχέσεων και άλλων δαιμονίων αλλά και στο πάθος του διάσημου κουαρτέτου με τη μόδα- με τη βοήθεια και την υπογραφή της Patricia Field– οι Mad Men εξύψωσαν τη μανία σε εμμονή. Το παράξενο και αξιοσημείωτο είναι πως αυτή τη φορά «θύμα» είναι το ισχυρό και όχι το ασθενές φύλο -παρότι τα γυναικεία ρούχα της σειράς είναι εξίσου εντυπωσιακά, ιδιαίτερα και καλόγουστα. Οι άνδρες ανά τον κόσμο υποκλίθηκαν στο στιλ των 60’s και το υιοθέτησαν χωρίς δεύτερη σκέψη μετατρέποντας και πάλι τον κόσμο μας σε γοητευτικά ρετρό και διεγερτικά glamorous. Ο Michael Kors παρουσίασε μια συλλογή απόλυτα πιστή στο στιλ της εποχής. Με κάθε κοστούμι, μάλιστα, bonus το box set της σειράς. Η Prada και ο Peter Som έντυσαν τα μοντέλα τους με την απόλυτη αμερικάνικη elegance της απαστράπτουσας δεκαετίας του 60. Τα αμερικάνικα πολυκαταστήματα Bloomingdale’s διαθέτουν corner shop «Mad Men» με ρούχα εμπνευσμένα από τα κοστούμια των τρελών ανδρών. Η Katherine Jane Bryant, ενδυματολόγος της σειράς (βραβευμένη με Emmy για τα κοστούμια της σειράς «Deadwood») είναι ένα από τα πιο hot ονόματα της μόδας στον πλανήτη αυτή τη στιγμή εξ αιτίας της τόσο επιτυχημένης της αναπαράστασης εκείνης της περιόδου. Μιας περιόδου που ποτέ δεν ήταν τόσο επίκαιρη στιλιστικά στην Αμερική –και συνεπαγωγικά σε όλον τον πλανήτη- από ό,τι σήμερα, με τον Obama να υιοθετεί το στιλ του JFK και την πρώτη κυρία της Γαλλίας, Carla Bruni, να στέφεται η Jackie O. των 00’s. Η αισθητική των Mad Men (και των γυναικών τους) είναι άψογη. Η απόλυτη προσήλωση των συντελεστών στις λεπτομέρειες φετιχιστική. Το αποτέλεσμα σαγηνευτικό. Η ταύτιση δεν αρχίζει και τελειώνει στη μόδα. Ρολόγια του Nelson και καρέκλες του Eames, μελί ξύλο και γυάλινα γραφεία, ωδή στον μοντερνισμό των 60’s στην εσωτερική διακόσμηση. Εκτός από τη θεαματική άνοδο των κοστουμιών, των κοκάλινων σκελετών οράσεως, των μπλέιζερ και των στενών γραβατών η επιρροή υφίσταται σε πολλούς ακόμα τομείς. Περισσότεροι από ποτέ έψαξαν στο google πληροφορίες για τον ζωγράφο Rothko όταν ένας πίνακάς του συζητήθηκε σε κάποιο επεισόδιο της σειράς. Η ποιητική συλλογή «Meditations in an Emergency» σκαρφάλωσε από το νούμερο 15.000 στην 150η θέση στα bestsellers του Amazon όταν αναφέρθηκε και τα αντίτυπα εξαντλήθηκαν. «Η ψυχανάλυση είναι φέτος στη μόδα όπως πέρυσι ήταν οι ροζ κουζίνες» λέει ένας από τους πρωταγωνιστές της σειράς. Δε μένει παρά να δούμε τι έπεται να υιοθετήσουμε εξαιτίας αυτών των λατρεμένων Τρελών Ανδρών.

Mad Info

Εδώ, στο επίσημο site της σειράς, μπορείτε να βρείτε εξαιρετικές πληροφορίες για τη δεκαετία του 60 και τα γεγονότα της.

– Η υποβλητική μουσική των credits είναι απόσπασμα από το κομμάτι «A Beautiful Mine» του δημοφιλούς αμερικάνου DJ και παραγωγού RJD2

– Το animation των τίτλων έχουν σχεδιάσει οι Imaginary Forces και έχουν κερδίσει το βραβείο Emmy το 2008.

– Αν βρεθείτε στη NY και θέλετε να ζήσετε στιγμές Mad Men σημειώστε Μέρη όπου έχουν γυριστεί ορισμένες σκηνές: PJ Clarke’s (915 Third Ave) Sardi’s (234 W.44th Str), Roosevelt Hotel (45 E. 45th St), The Pierre (2 E. 61st St).

– Τα τσιγάρα που αρειμανίως καπνίζουν οι πρωταγωνιστές είναι φυτικά, χωρίς νικοτίνη και καπνά.